Μεταξύ άλλων, ανέφερε:
«Τα τελευταία σαράντα χρόνια στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως ποιος κυβερνούσε, υπήρχε ένα θολό τοπίο ως προς την επιλογή των προσώπων, που πλαισίωναν την κεντρική διοίκηση. Κοινώς, πώς, ποιοι, με ποια κριτήρια επιλέγονταν, σε όλους τους μεγάλους οργανισμούς, νοσοκομεία, δημόσιες δομές κοκ.
Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, η συνήθης πρακτική, ήταν στις θέσεις αυτές, να τοποθετούνται άνθρωποι, που είχαν καλές σχέσεις και αποτελεσματική επικοινωνία, με την εκάστοτε Κυβέρνηση. Και παρά τα τυπικά προσόντα που ζητούνταν από τον Νόμο 4735/2020, της Ν.Δ, η καχυποψία παρέμεινε.
Αυτός ήταν και ένας από τους κύριους λόγους, που ο δημόσιος τομέας αποτελούσε ένα πεδίο συνεχούς κριτικής. Όχι μόνο αναφορικά με το ποιος αποφασίζει για τί, αλλά και επί της ουσίας, για την αποτελεσματικότητά και την αποδοτικότητα του.
Το νομοσχέδιο του Υπ. Εσωτερικών, αδιαμφησβήτητα, ταράζει τα νερά της δημόσιας διοίκησης και φέρνει νέα δεδομένα, στην διαδικασία επιλογής των διοικήσεων φορέων του δημοσίου. Διαφάνεια, αξιοκρατία, ισότητα, αντικειμενικότητα, αξιολόγηση και προσέλκυση ανθρώπων με υψηλά προσόντα και υψηλούς στόχους.
Διότι, για να πετύχει κάποιος τους στόχους του οργανισμού, που καλείται να διοικήσει, οφείλει πρώτα ο ίδιος να έχει θέσει υψηλούς στόχους, για τον εαυτό και την επαγγελματική του διαδρομή. Τα βασικά προσόντα που προβλέπονται, αποτελούν μια δικλείδα ασφαλείας και μια πρώτη διαβεβαίωση, ότι οι θέσεις ευθύνης, από εδώ και στο εξής, θα καταλαμβάνονται από στελέχη, που έχουν διαγράψει μια αξιοσημείωτη πορεία στον επιστημονικό και εργασιακό τους βίο.
Στις επιτροπές, έγινε από την αντιπολίτευση, μια αναμενόμενη μεν, αδύναμη δε, προσπάθεια, στηλίτευσης και αποδυνάμωσης του νομοσχεδίου.
Στόχος να υποβαθμιστεί, όχι μόνο η αξία των προβλεπόμενων ρυθμίσεων, αλλά και ν’ ακυρωθεί ο ανεξάρτητος και αδιάβλητος χαρακτήρας, της υπό νομοθέτηση διαδικασίας.
Προσπάθησαν δηλαδή, οι αγαπητοί συνάδελφοι, ειδικότερα από το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, να πείσουν, ότι δήθεν στρουθοκαμηλίζουμε και ότι δεν έχουμε τόσο αγαθές προθέσεις. Ότι το νομοσχέδιο είναι σχεδιασμένο, για να διατηρήσει τις κακές πρακτικές του παρελθόντος. Δεν εντυπωσιάστηκαν ούτε από το τεστ δεξιοτήτων, ούτε από την εμπλοκή του Α.Σ.Ε.Π., ούτε από τις πολλαπλές Επιτροπές Επιλογής Στελεχών, ούτε βεβαίως, από την στοχοθεσία και την συνεχή παρακολούθηση, του έργου των διοικήσεων.
Δεν είχαν όμως και τίποτα ν’ αντιπροτείνουν, ως συνήθως. Αναμφίβολα η κριτική, εκτός από θεμιτή, είναι και καθήκον της αντιπολίτευσης. Όμως, ακόμα μεγαλύτερο καθήκον, είναι η προάσπιση της αλήθειας και του δημοσίου συμφέροντος.
Με το ν’ ακυρώνετε και ν’ απορρίπτετε, συνάδελφοι, ένα τέτοιο ρηξικέλευθο νομοσχέδιο, για το οποίο ήδη μιλά θετικά όλη η κοινωνία, αφενός επαναλαμβάνεστε, αφετέρου κλείνετε το μάτι στο κομματικό κράτος. Η προσπάθεια να μας πείσετε, ότι δήθεν ο ΣΥΡΙΖΑ, επιχείρησε να διορθώσει τις παθογένειες, του διαβλητού και μεροληπτικού τρόπου, επιλογής στελεχών στο δημόσιο, ούτε εσάς τους ίδιους, κατόρθωσε να πείσει. Πόσο μάλλον να πείσει τους Έλληνες πολίτες, όταν μάλιστα, κατά δική σας ομολογία, ευσεβής πόθος και φιλοδοξία σας, ήταν να ελέγξετε τους αρμούς της εξουσίας.
Τρανταχτό παράδειγμα, ότι νομοθετήσατε σχετικά, για να ρίξετε στάχτη στα μάτια, αλλά δεν εφαρμόσατε ποτέ, τους νόμους σας. Σε αντίθεση με την Κυβέρνηση της Ν.Δ., που ειδικά στα νοσοκομεία, άφησε τις διοικήσεις της επιλογής σας, να ολοκληρώσουν την θητεία τους.
Και ευτυχώς δεν ακολουθήσαμε το δικό σας παράδειγμα, που όταν αναλάβατε το 2015, απαιτήσατε τις παραιτήσεις των τότε διοικητών. Φανταστείτε τί θα γινόταν αν έβρισκε ο covid τα νοσοκομεία μας ακέφαλα. Αλοίμονο…
Με το παρόν, η Κυβέρνηση δίνει μια νέα προοπτική, στους φορείς του δημοσίου.
Σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου, νοσοκομεία, εθνικούς οργανισμούς, στάδια και αθλητικά κέντρα, ώστε να γίνουν πιο αποτελεσματικοί και να ανεβάσουν το επίπεδο των παρεχομένων υπηρεσιών τους προς τους πολίτες. Αλλά και σε στελέχη του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα, να διεκδικήσουν ισότιμα, με διαφάνεια και χωρίς παρεμβάσεις, την θέση που επιθυμούν, ώστε με τα τυπικά και ουσιαστικά τους προσόντα να συμβάλλουν, σε μια αποδοτικότερη διοίκηση.
Θα ήθελα να τονίσω, ότι η φιλοσοφία του νομοσχεδίου, ακολουθεί την ευρύτερη φιλοσοφία της Κυβέρνησης για την βελτίωση όλων των διαδικασιών, των θεσμικών λειτουργιών και των υπηρεσιών, του στενού και του ευρύτερου δημοσίου τομέα.
Ο εκσυγχρονισμός, η ψηφιοποίηση, η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, το brain gain, η αναδιάρθρωση και η εξυγίανση των δημοσίων υπηρεσιών και η μακροπρόθεσμη νομοθέτηση, συνθέτουν ένα πολυσχιδές και πρωτοποριακό πλαίσιο, που στοχεύει στην συνολική αναβάθμιση, της εικόνας και των επιδόσεων του ελληνικού κράτους.
Για αυτό δεσμευτήκαμε στους Έλληνες πολίτες, αυτό ακριβώς υλοποιούμε.
Και σε αυτό, το αυτονόητο θα ήταν, να έχουμε συμμάχους στο κοινοβούλιο και όχι αντιπάλους. Αντιπάλους της κάθε καλής πρακτικής που φέρνουμε, εχθρούς της προόδου και της ανάπτυξης. Και τελικά εχθρούς των ίδιων των πολιτών, εφόσον με την στάση τους τα κόμματα της αντιπολίτευσης, καλλιεργούν και προστατεύουν τον κομματικό μανδύα του συστήματος.
Είναι σαφές ότι με αυτό το σχέδιο νόμου, η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποδεικνύει το θάρρος και την τόλμη της, κάνοντας πράξη την δέσμευση μας, για ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό Δημόσιο, με αυξημένες απαιτήσεις, απαραίτητες δεξιότητες και σαφείς, μετρήσιμους στόχους προς επίτευξη.»